- ἐγγαστρίμαντις
- ἐγγαστρί-μαντις [ρῐ], ὁ, ἡ,
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
εγγαστρίμαντις — ἐγγαστρίμαντις, ο, η (Α) ο εγγαστρίμυθος που ασκεί τη μαντική … Dictionary of Greek
Чревовещание — Так называется искусство издавать звуки и произносить слова таким образом, чтобы слушателю представлялось, что они исходят не от лица говорящего, а из другого, иногда отдаленного пункта. Искусство Ч. было известно с древних времен. Оно… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
μάντης — ο και μάντις, ο, η, θηλ. και μάντισσα (AM μάντις, εως, ὁ, ἡ, Α ιων. γεν. ιος, Μ θηλ. και μάντισσα) 1. αυτός που ασχολείται με τη μαντική, αυτός που προλέγει τα μέλλοντα, ο προφήτης («ὠργίζοντο δὲ καὶ τοῑς χρησμολόγοις καὶ μάντεσι», Θουκ.) 2.… … Dictionary of Greek